Ένα δωμάτιο. Πολλά μωρά. Το ένα ξαφνικά κλαίει. Και ένα δεύτερο κάνει το ίδιο. Σε λίγο όλα τα μωρά κλαίνε. Ταυτίστηκαν. Παρασύρθηκαν από το πρώτο εκείνο κλαψιάρικο αγοράκι. Μερικά ζευγάρια ενήλικα χέρια μπαίνουν τώρα στο πλάνο. Με ένα απαλό άγγιγμα στο τριχωτό της κεφαλής δημιουργούν αίσθηση ηρεμίας σε δυο – τρία μωρά. Το κλάμα δεν είναι πια τόσο δυνατό και μπερδεμένο. Λιγότερες φωνές το φτιάχνουν. Τη νιώθουν την αλλαγή τα υπόλοιπα μωρά. Τα ηρεμεί. Σε λίγο όλα θα έχουν σταματήσει να κλαίνε…
Μια πόλη. Πολλοί νέοι. Μια τραγιάσκα σ’ ένα ξυρισμένο κεφάλι. Το είδα και μου άρεσε. Αγόρασα τραγιάσκα, αλλά δεν ξύρισα το κεφάλι. Δυο – τρεις φίλοι γέλασαν και τους άρεσε. Πήγαν και πήραν τραγιάσκες. Για πλάκα. Τις φορούσαμε στις εξόδους. Σε λίγες μέρες, στο ίδιο καφέ, κι άλλη μια παρέα είχε τραγιάσκες. Μετά κι άλλες παρέες. Τελικά, φορέθηκε πολύ η τραγιάσκα εκείνο το καλοκαίρι στο Αγρίνιο. Δε θα τη βάλω άλλο, δεν είναι πια διαφορετική. Ούτε οι φίλοι μου. Και από τις άλλες παρέες λίγοι έμειναν τώρα. Το επόμενο καλοκαίρι θα φορεθεί μπαντάνα, ίσως...
Τα μωρά λειτουργούν με πηγαία ενσυναίσθηση. Αμόλυντη ενστικτώδης αντίδραση η από γεννησιμιού ανθρωπιά. Όσο μεγαλώνουν αποκτούν κριτήρια, μαθαίνουν να επιλέγουν. Καθοδηγούμε την ενσυναίσθησή μας, κάποιοι συνειδητά, κάποιοι υποσυνείδητα. Αμβλύνουμε τις άμυνές μας σε όσα μας αρέσουν και αποκλείουμε όσα μας ξενίζουν. Ή μας ξινίζουν, ενίοτε. Κάπως έτσι δημιουργούνται τα trends. Έρχονται και φεύγουν. Ξανάρχονται, ξαναφεύγουν. Δεν είναι, τουλάχιστον όχι πάντα, η άκριτη μίμηση της προσλαμβανόμενης εικόνας. Είναι η συνειδητή αποδοχή της.
Η αρχή λειτουργίας της μόδας βασίζεται στην υιοθέτησή της από όλο και περισσότερους δέκτες, ξεκινώντας από έναν, συνήθως, πομπό. Η ανάγκη μας να δούμε τον κόσμο μέσα από άλλα μάτια. Η ικανότητά μας να το κάνουμε. Η συμπαράσταση, η ταύτιση, η αποδοχή, η ανθρωπιά. Η ενσυναίσθηση…
Οι ιστορίες είναι πέρα για πέρα φανταστικές. Δεν υπάρχουν φωτογραφίες – ντοκουμέντα με τραγιάσκα στο αξύριστο κεφάλι μου. Ούτε με μπαντάνα. Καλό μας καλοκαίρι!